Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Δεν υπάρχει Θεός. Με την κοινή λογική ενός ιερέα

"Η Διαθήκη του Μελιέ έπρεπε να βρίσκεται στην τσέπη κάθε έντιμου ανθρώπου· ένας έντιμος παπάς, γεμάτος ειλικρίνεια, που ζητάει συγγνώμη από το Θεό επειδή είχε αυταπατηθεί, πρέπει να φωτίσει εκείνους που αυταπατώνται."
Βολταίρος

Πολλά βιβλία έχουν εκδοθεί γύρω από το θέμα της μη ύπαρξης του Θεού. Αλλά το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο από έναν παπά που πραγματεύεται το θέμα απλά και πειστικά όσο κανένας. Και μάλιστα σε μια εποχή (δεύτερο μισό του 17ου αιώνα) που κάτι τέτοιο ήταν άκρως επικίνδυνο.

Λίγοι φιλόσοφοι πριν από τον εκπληκτικό παπα-Ζαν Μελιέ ασχολήθηκαν με το θέμα, και αυτοί όχι διεξοδικά. Ο Καρτέσιος και ο Καντ, π.χ., τελικά δεν τόλμησαν να αποφανθούν ξεκάθαρα. Ο Ζαν Μελιέ είναι ο πρώτος πραγματικά άθεος συγγραφέας του Δυτικού Κόσμου. Ένας άθεος που βγήκε μέσα από την εντρύφηση στα βιβλικά κείμενα επί τριάντα επτά χρόνια. Όμως δεν τόλμησε να πει αυτό που αισθανόταν όσο ζούσε. Αν είχε μιλήσει, το πιθανότερο είναι να μην είχε διασωθεί ούτε η Διαθήκη του.


Στις επιστολές και στη σύνοψή του ο Βολταίρος παρουσιάζει τον Ζαν Μελιέ ως "σύντροφο ντεϊστή", υπονοώντας ότι η θεωρία του συμπίπτει, λίγο πολύ με εκείνες του Επίκουρου ή του Σπινόζα που αφήνουν ένα ενδεχόμενο για την ύπαρξη κάποιου θεού, τον οποίο, όμως, αποκλείεται λογικά να τον απασχολούν οι άνθρωποι. Αλλά ο Βολταίρος αποσιωπά (σκόπιμα;) το σφοδρό αντιμοναρχικό και φιλολαϊκό αίσθημα του Μελιέ.

Ο Βολταίρος αμφέβαλλε, ο Μελιέ όχι! Καταδικάζει και αρνείται απερίφραστα όλες τις θρησκείες και γίνεται έτσι πρόδρομος του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης.


Μερικά από τα συμπεράσματα του Μελιέ:

  • Ο Σατανάς, όπως και η θρησκεία, εφευρέθηκε για να πλουτίζουν οι παπάδες. 
  • Αν ο Θεός δεν μπορούσε να κάνει τον άνθρωπο αναμάρτητο, δεν έχει το δικαίωμα να τον τιμωρήσει. 
  • Οι προσευχές των ανθρώπων στο Θεό αποδεικνύουν ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη θεία διαχείριση. 
  • Ένας παγκόσμιος θεός θα έπρεπε να αποκαλύψει μία παγκόσμια θρησκεία. 
  • Η θρησκεία είναι ο ασθενέστερος τρόπος συγκράτησης των παθών. 
  • Μοναδικός στόχος των θρησκευτικών αρχών είναι η διαιώνιση της τυραννίας των βασιλιάδων και η θυσία των εθνών σε αυτούς. 
  • Μόνο ο φόβος δημιουργεί φανατικούς και θεϊστές.
  • Οι μοιραίες συνέπειες της ευλάβειας. Η ιστορία μας διδάσκει ότι όλες οι θρησκείες ιδρύθηκαν με τη βοήθεια της άγνοιας των εθνών, και από ανθρώπους οι οποίοι είχαν την αναίδεια να αποκαλούνται αντιπρόσωποι του Θεού.

Ο αββάς Μελιέ

Ο Ζαν Μελιέ γεννήθηκε το 1664 στο χωριό Μαζερνί της Γαλλίας. Αφού φοίτησε σε θεολογική σχολή χειροτονήθηκε ιερέας το 1689. Σαν ιερέας ήταν αρκετά ριζοσπαστικος. Όπως διηγείται ο Βολταίρος, όταν κάποτε ο τοπικός άρχοντας, ο Αντουάν ντε Τουϊγί, κακομεταχειρίστηκε κάποιους χωρικούς, ο Μελιέ αρνήθηκε να ευχηθεί υπέρ αυτού στη λειτουργία με αποτέλεσμα να τιμωρηθεί από τον τοπικό αρχιεπίσκοπο. Μετά από τη τιμωρία του ο Μελιέ διαμαρτυρήθηκε για αυτή την αδικία και ξεφωνίζει από τον άμβωνα τα παρακάτω λόγια:

Αυτή είναι η τύχη των φτωχών ιερέων της επαρχίας, οι αρχιεπίσκοποι που είναι μεγάλοι άρχοντες, τους χλευάζουν και δεν τους ακούνε. Γι αυτό ας προσευχηθούμε στο Θεό για τον άρχοντα αυτού του χωριού, τον Αντουάν ντε Τουϊγί, να φωτιστεί, να μην καταληστεύει τους φτωχούς και τα ορφανά.

Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας ο εν λόγω άρχοντας ήταν παρών, με αποτέλεσμα ο παπάς να τιμωρηθεί εκ νέου. Ο Μελιέ πάντως συνέχισε να ασκεί το επάγγελμα (όπως ο ίδιος το χαρακτηρίζει) του ιερέα. Πέθανε το 1729 και άφησε τα λίγα υπάρχοντα του στους ενορίτες του. Άφησε όμως και κάτι πολύτιμο που έμελλε να προκαλέσει σεισμό στον πνευματικό κόσμο της εποχής. Πρόκειται για το έργο του με τίτλο “η Διαθήκη μου”. Στο αντίγραφο που προοριζόταν για τους ενορίτες του, έγραψε τα εξής απίθανα:

Έχω δει και αναγνωρίσει τα λάθη, τις καταχρήσεις, τις τρέλες και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Τις αποστράφηκα και τις μίσησα. Δεν τόλμησα να τις καταγγείλω όσο ζούσα, αλλά τουλάχιστον θα το κάνω τώρα που πεθαίνω αλλά και μετά το θάνατό μου, για να χρησιμεύσει αυτή η διαθήκη ως μάρτυρας της αλήθειας σε όσους τύχει να τη δουν και θελήσουν να τη διαβάσουν.

Ποια είναι η αλήθεια που θέλει να κάνει γνωστή ο ιερέας; Το ότι “η θεολογία δεν είναι άλλο από άγνοια των φυσικών αιτιών κατασταλαγμένων σε ένα σύστημα, ‘οτι “αυτό το σύστημα δεν είναι κάτι άλλο από ένα πλέγμα χίμαιρων και αντιθέσεων”, ότι ο θεός είναι ένα “αποκύημα της φαντασίας” και ότι η πίστη βασίζεται στη άγνοια και το φόβο, “τους άξονες όλων των θρησκειών”. Ο Ζωρζ Μινουά, στο έργο του “η Ιστορία της Αθεΐας” χαρακτηρίζει το βιβλίο του Μελιέ ως το “πλέον ακραίο κατηγορητήριο που συντάχθηκε ποτέ μέχρι την εποχή του κατά της θρησκείας και της πίστης”. 

Ο Μελιέ ασχολείται σε όλα τα επίπεδα με το τρίπτυχο θεός-θρησκεία-πίστη. Η γραφή του είναι προσιτή και κατανοητή, ιδανική για το αναγνωστικό κοινό της εποχής (και φυσικά ακόμα και της τωρινής), χωρίς όμως αυτή να χάνει καθόλου σε ουσία. Όντας ο ίδιος ιερέας καταρρίπτει τα περισσότερα επιχειρήματα των θεολόγων στο δογματικό επίπεδο και ταυτόχρονα καταγγέλλει τη φαυλότητα του κλήρου και την τυραννία των ηγεμόνων στο πρακτικό επίπεδο. Κάνει ξεκάθαρο ότι “η ύπαρξη του Θεού δεν έχει αποδειχθεί” , πως “ότι υπάρχει προέρχεται από ύλη”, ότι “το δόγμα που συγχωρεί τις αμαρτίες επινοήθηκε για το συμφέρον των παπάδων”, πως η εξομολόγηση είναι “το χρυσωρυχείο τους, η δε θρησκεία δημιουργεί “μόνο έκφυλους και διεστραμμένους τυράννους”, όπως και “εξαθλιωμένους υπηκόους” και τελικά πως η ελέω θεού βασιλεία ειναι ο “πιο γελοίος και μισητός σφετερισμός”.

Προσπαθεί να δείξει τον παραλογισμό της ιδέας ενός θεού. Η έννοια του θεού είναι απρόσιτη για τον άνθρωπο, κανένας δεν γεννιέται έχοντας γνώση του θεού, καθώς αυτή είναι αδύνατη:

Όλες οι θρησκευτικές αρχές στηρίζονται στην ιδέα του Θεού, αλλά είναι αδύνατο για τους ανθρώπους να έχουν χειροπιαστές ιδέες για ένα ον που δεν δρα σε καμία από τις αισθήσεις τους. Όλες μας οι ιδέες είναι εικόνες αντικειμένων που μας εμφυτεύονται. Τι μπορεί να σημαίνει για μας η ιδέα του Θεού όταν είναι σαφώς ιδέα ζωρίς αντικείμενο; Μια τέτοια ιδέα δεν είναι εξωπραγματική όσο και ένα αποτέλεσμα δίχως αιτία; Μια ιδέα χωρίς πρότυπο είναι τίποτα παραπάνω από μια χίμαιρα;

Κατηγορεί δριμύτατα τους θεολόγους ότι έχουν δημιουργήσει ένα θεό τύραννο. Τι άλλο μπορεί να είναι ένας δημιουργός, που παρόλο είναι πανάγαθος και παντοδύναμος, επιτρέπει το κακό; “Δε θα ήταν πιο σύμφωνο με την καλοσύνη, με τη λογική και την αμεροληψία, να φτιάξει καλύτερα πέτρες ή φυτά αντί αισθαντικά όντα και ανθρώπους, που η συμπεριφορά τους σ΄ αυτόν τον κόσμο θα τους στοίχιζε αιώνια βασανιστήρια στον άλλο; Ένας θεός τόσο κακόπιστος και φαύλος, που δημιουργεί έναν άνθρωπο για να τον εκθέσει στον κίνδυνο της κόλασης, δεν μπορεί να θεωρηθεί τέλειο ον, αλλά ένα τέρας παραλογισμού, αδικίας, κακίας και θηριωδίας;” Άλλωστε, εφόσον ο θεός είναι ο δημιουργός των πάντων, τότε και το κακό προέρχεται και φτιάχτηκε από αυτόν. Αυτός ευθύνεται για τις πράξεις των δημιουργημάτων του. Φυσικά οι θεολόγοι αντιπαραθέτουν ότι ο θεός έφτιαξε τον άνθρωπο αγνό και αγαθό αλλά αυτός διεφθάρη από τις αμαρτίες του. Αλλά “αν ο άνθρωπος μπορούσε να αμαρτήσει μόλις βγήκε από τα χέρια του θεού, η φύση του δεν μπορεί να ηταν τέλεια!” απαντάει εύστοχα ο ιερέας και προσθέτει:

Ο θεός αυτός πανάγαθος και παντοδύναμος παρατηρεί αδιάφορος δισεκατομμύρια παιδιά του να σπεύδουν προς την κόλαση! Ατενίζει το ναυάγιο της ίδιας της δημιουργίας του! Είδαμε άραγε ποτέ άλλοτε κάτι τόσο παράλογο;

Ακόμα και η αγάπη των πιστών για το θεό τους είναι παράλογη και ψεύτικη, αφού είναι απόρροια του φόβου. 

Είναι αδύνατο να αγαπάμε ένα ον του οποίου η σκέψη μας προκαλεί τρόμο και η δικαιοσύνη του μας κάνει να τρέμουμε. Πως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε χωρίς φόβο ένα θεό τόσο βαρβαρο ώστε να επιθυμεί την αιώνια καταδίκη μας σε βασανιστήρια;

Όπως είχε γράψει πολύ εύστοχα και ο Μπακούνιν: “Η αληθινή αγάπη, η έκφραση μιας αμοιβαίας και εξίσου αισθητής ανάγκης, μπορεί να υπάρχει μόνο μεταξύ ίσων. Η αγάπη του ανώτερου για τον κατώτερο είναι καταπίεση, εξάλειψη, περιφρόνηση, εγωισμός, αλαζονεία και ματαιοδοξία, που θριαμβεύουν μέσα σε ένα αίσθημα μεγαλείου, βασισμένο στην ταπείνωση του άλλου μέρους. Και η αγάπη του ανώτερου από τον κατώτερο είναι ταπείνωση, οι φόβοι και οι ελπίδες ενός δούλου που περιμένει από τον αφέντη του είτε την ευτυχία είτε τη δυστυχία. Ο χαρακτήρας της λεγόμενης αγάπης του Θεού για τους ανθρώπους είναι δεσποτισμός απο τη μεριά του ενός και δουλεία από την πλευρά των άλλων.” Ο Μελιέ θα συμφωνούσε με τον Μπακούνιν, αφού “η αγάπη φανατικών ανθρώπων προς τον θεό τους, όπως και των σκλάβων προς τους αφέντες τους, είναι μια δουλική τιμή που προσφέρουν καταναγκαστικά, στην οποία η καρδιά τους δεν μετέχει”.

Φυσικά δεν είναι συμφέρον για τους παπάδες να φτιάξουν αποκλειστικά ένα θεό τύραννο. Ο θεός πρέπει να είναι σκληρός αλλά και ελεήμων, αμείλικτος αλλά και “συγκαταβατικός στην μετάνοια και τα δάκρυα των αμαρτωλών. Συνεπώς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το θεό με τον τρόπο που τους συμφέρει εκείνη τη στιγμή. Ένας μόνιμα οργισμένος θεός θα απωθήσει τους πιστούς του, ή θα τους απελπίσει. Οι άνθρωποι χρειάζονται ένα θυμωμένο θεό αλλά κατευνάσιμο. Αν ο θυμός του πανικοβάλει κάποιες δειλές ψυχές, το έλεος του καθυσηχάζει τους αποφασισμένους κακούς, οι οποίοι προτίθενται αργά ή γρήγορα να επιδιώξουν τη συγγνώμη του.” 

Από την κριτική του ιερέα δεν θα μπορούσε να λείπει και η σχέση ηθικής και θρησκείας. Ξεκαθαρίζει ότι δεν μπορεί να υπάρξει ηθική προερχόμενη από το θεό, αφού στην ουσία η ηθική αυτή προέρχεται από τους παπάδες και εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους.

Σε όλες τις θρησκείες μονάχα οι παπάδες έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν τι ευχαριστεί και τι δυσαρεστεί το θεό τους. Γι αυτό μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θα αποφασίσουν σε ότι ευχαριστεί ή δυσαρεστεί εκείνους και μόνο.

Η ηθική δεν μπορεί παρά να θεμελιωθεί “στις σχέσεις, τις ανάγκες και στα αδιάλειπτα συμφέροντα των κατοίκων της Γης”. Προφανώς δεν μπορεί να είναι οριστική και αμετάκλητη όπως είναι ένα θεόσταλτο σύνολο κανόνων. Η ηθική θα πρέπει να τίθεται σε κρίση κάθε φορά, να αμφισβητείται, να συμπληρώνεται, να προσαρμόζεται στις ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνίας, προκειμένου να επιτευχθεί το μέγιστο όφελος για τα μέλη της. Μια κοινωνία που υποκύπτει σε οτιδήποτε “ανώτερο”, που δεν τολμάει να αναστοχάζεται και να μεταβάλλει τους κανόνες και τις παραδόσεις της είναι καταδικασμένη να είναι δούλα των θεσμών που η ίδια δημιούργησε και αποδέχτηκε. Και είναι προφανές ότι μια θεόσταλτη ηθική είναι ύποπτη, όπως παρατήρησε και ο ιερέας. Το πλατωνικό δίλημμα του Ευθύφρονως (Άραγε το ευσεβές αγαπάται από τους θεούς, επειδή είναι ευσεβές, ή επειδή αγαπάται, είναι ευσεβές;) συνοψίζει το πρόβλημα. Αν η ηθική προέρχεται από το θεό (και που φυσικά γνωστοποιείται από τους αντιπροσώπους του στη γη) τότε οποιαδήποτε θηριωδία μπορεί να δικαιολογηθεί στο όνομα του, όπως βλέπουμε μέχρι σήμερα. Άρα, αν ο θεός είναι το πρότυπο ηθικής τότε δεν μπορούμε να τον χαρακτηρίσουμε ως καλό αφού για αυτόν δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης. Αν όμως η ηθική δεν προέρχεται από το θεό, τότε το καλό και το κακό, προφανώς, είναι έννοιες ανεξάρτητες από αυτόν. Αναπόφευκτα καταλήγουμε πως αν η ηθική δεν είναι θεόσταλτη, τότε δεν μπορεί παρά να είναι ανθρώπινη και μόνο και άρα υποκείμενη σε διαρκή κριτική.

Θα κλείσω με τα λόγια του ιερέα που κάνει έκκληση στους συνανθρώπους του να δουν τον εξουσιαστικό ρόλο των θρησκειών στις ζωές τους και να προσπαθήσουν να την αποτινάξουν για να δημιουργήσουν μια νέα ανθρωπότητα με βάση τη λογική που η φύση μας προίκησε. 

Τα δόγματα, οι τελετές, η ηθική και οι αρετές που εφαρμόζουν όλες οι θρησκείες του κόσμου, είναι προφανώς υπολογισμένες να επεκτείνουν τη δύναμη ή να αυξήσουν τις απολαβές των ιδρυτών και των λειτουργών αυτών των θρησκειών. Τα δόγματα είναι δυσνόητα, ακαταλαβίστικα, γεμάτα τρόμο, και γι αυτό υπεύθυνα για να κάνουν τη φαντασία να πετάξει, καθιστωντας έτσι τον απλό άνθρωπο πιο ήπιο σε αυτούς που θέλουν να τον εξουσιάσουν. Οι τελετές και τα τυπικά δημιουργούν εισόδημα ή εκτίμηση στους παπάδες˙ τα θρησκευτικά ήθη και οι αρετές αποτελούνται από δουλική πίστη, η οποία προλαμβάνει τη λογική˙ από μια θρησκευτική ταπεινοφροσύνη η οποία επιβεβαιώνει στους παπάδες την υποταγή του ποιμνίου τους˙[...] Προφανώς όλες οι θρησκευτικές αρετές έχουν αντικείμενό τους την ωφέλεια των λειτουργών της θρησκείας.


Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

”Μαουτχάουζεν”-Ανέκδοτα κείμενα για τον ναζισμό από το αρχείο του Ιάκωβου Καμπανέλλη.


(…)Συγκλονιστικά επίκαιρα τα λόγια του Ιάκωβου Καμπανέλλη σ’ αυτό το ανέκδοτο κείμενο από το αρχείο του.Γραμμένο “μάλλον το 1993, δεν ξέρουμε ακόμα με ποια αφορμή” μας λέει η κόρη του Κατερίνα, που αυτή την περίοδο καταγράφει το αρχείο, μοιάζει να έχει γραφτεί μόλις σήμερα. 

Με απίστευτη οξυδέρκεια ο Ιάκωβος Καμπανέλλης επισημαίνει τους κινδύνους της επιβίωσης του ναζιστικού φαινομένου και αποκωδικοποιεί τα γενεσιουργά αίτιά της. 
Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90 προειδοποιεί, και εκείνος ήταν σε θέση να το κάνει διαθέτοντας αφ’ ενός την τραγική εμπειρία του εγκλεισμού του στο κολαστήριο Μάουτχάουζεν, και από την άλλη τη δυνατότητα του συγγραφέα-διανοούμενου να διεισδύει κάτω από την επιφάνεια των κοινωνικών φαινομένων και να ανασύρει τις ουσιαστικές τους διαστάσεις. 
Και είναι αυτό ακριβώς που επισημαίνει ο Μίκης Θεοδωράκης όταν μας λέει “λείπουν φωνές σαν του Καμπανέλλη σήμερα” (...)
*********

''Είμαι ένας από τους επιζήσαντες κρατούμενους στο SS στρατόπεδο συγκεντρώσεως και εξοντώσεως του Μαουτχάουζεν. Ένας από εκείνους που τον Μάιο του 1945 κλαίγοντας και ελπίζοντας εφώναζαν ποτέ πια! Ήταν τότε που οι οπαδοί του ναζισμού έχασαν τον πόλεμο.
Ο ναζισμός όμως επέζησε. Κυρίως γιατί αιώνιες κοινωνικές πληγές αφέθηκαν αθεράπευτες. Και μένουν ακόμα! Και επιπλέον, γιατί η αντικομμουνιστική υστερία έκαμε τον ναζισμό να ξεχνιέται, και κάποτε και να αθωώνεται.
Μετά από 48 χρόνια αυτό που θέλω να φωνάξω είναι πάλι;
Φίλοι μου, θυμηθείτε: ο Αδόλφος Χίτλερ δεν έπεσε απ’ το διάστημα. Ούτε ήταν ένας και μόνος. Ήταν το διαμόρφωμα δεκάδων χιλιάδων αφανών χιτλερίσκων στη Γερμανία και την Αυστρία. Και όχι μόνο εκεί. Χιτλερίσκων διάσπαρτων σε μεγάλες και μικρές πόλεις, σε χώρους εργασίας, σε γειτονιές, σε συντροφιές, σε οικογένειες.
Και ο ναζισμός δεν ήταν ιδέα ενός και μόνου διεστραμμένου εγκεφάλου. Ήταν η συμπύκνωση της νοσηρής πολιτικής αντίληψης εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων, φορέων του μικροβίου του ρατσισμού, του εθνικισμού, της μισαλλοδοξίας, της τελικής λύσης όλων των προβλημάτων με τη βία, τη φωτιά και το τσεκούρι.
Ο ναζισμός δεν άρχισε με τον Χίτλερ, γι’ αυτό και δεν τον πήρε μαζί του, δεν εμφανίστηκε μόνο στη Γερμανία, γι’ αυτό και δεν επανεμφανίζεται μόνο εκεί. Αλλά παντού όπου ουσιαστικά κοινωνικά προβλήματα τον τρέφουν. Και ο κίνδυνος τώρα δεν είναι η εμφάνιση ενός νέου Χίτλερ και η σπορά ενός άλλου μεγάλου πολέμου.
 Ο κίνδυνος είναι η αδιαφορία για τα αίτια που αναγεννούν τον ναζισμό και εν συνεχεία η απάθεια και η ανοχή για ένα φαινόμενο που μπορεί να εξελιχθεί σε μαζική διανοητική μόλυνση.
Οι μεγάλοι πόλεμοι δεν αρχίζουν στα πεδία των μαχών, ούτε οι ολέθριες πολιτικές ιδεολογίες ξεκινούν από μαζικές συγκεντρώσεις, σε πλατείες. 
Αρχίζουν ανύποπτα στους χώρους της καθημερινής μας ζωής, ξεκινούν ακόμη και μέσα απ’ το ίδιο μας το σπίτι.  
Εκεί φωλιάζουν όλα.
 Γι’ αυτό μόνο με την πίστη σε μια καθημερινή ζωή, που να μας χωράει όλους, απροκατάληπτη και δίκαιη προς όλους μπορούμε έστω και καθυστερημένα να πετύχουμε αυτό που τόσο προσδοκούσαμε τον Μάιο του 1945: ένα πραγματικό ποτέ πια.''
                                                                       Ι.Κ 




http://contramee.files.wordpress.com/2012/11/mauthausengate.jpeg 

Το μεγάλο μας τσίρκο (ολόκληρο!!) σε ηχητική έκδοση,μαζί με ένα σπάνιο απόσπασμα από την παράσταση

Έργα μεγάλων συνθετών και ποιητών, που σφράγισαν και οριοθέτησαν τη μουσική μας ιστορία.


«Το Μεγάλο μας Τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη/Μελοποίηση: Σταύρος Ξαρχάκος.


«Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι μην έχεις πια την πείνα για καμάρι.
Οι αγώνες πούχεις κάνει δεν φελάνε το αίμα το χυμένο δεν εξοφλάνε»

Ι. Καμπανέλης-


****

Πάντα μέσα σε σκοτεινές πολιτικά περιόδους  η τέχνη έδινε και δίνει διέξοδο στον πολίτη, που έχει στερηθεί πολλές από τις ελευθερίες του.Η τέχνη σαν διέξοδος και δίαυλος έκφρασης δίνεται στην υπέρτατη μορφή της μέσα από την ποίηση,το τραγούδι ή μέσα από μία μουσική θεατρική παράσταση.

Έτσι και τότε στις 22 Ιουνίου του 1973, κι ενώ η αμερικανοκίνητη χούντα των συνταγματαρχών ήταν και έδειχνε ακόμα πανίσχυρη , η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος ανεβάζουν στο θέατρο “Αθήναιον” το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλη “το μεγάλο μας τσίρκο”. Στο έργο αυτό, μέσα από σατιρικά και δραματικά νούμερα και τραγούδια γινόταν μια αναδρομή στην ιστορία της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία, τον Όθωνα και τους υπόλοιπους κυβερνήτες της ανεξάρτητης Ελλάδας ως την Μικρασιατική καταστροφή, τον πόλεμο του ’40 και το –τότε– σήμερα… Η μουσική του έργου ήταν του Σταύρου Ξαρχάκου και τα τραγούδια της παράστασης απέδιδαν ο Νίκος Ξυλούρης και τα μέλη του θιάσου. Τα σκηνικά της παράστασης ήταν του Ευγένιου Σπαθάρη και στο θίασο πρωταγωνιστικούς ρόλους είχαν ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Στέλιος Κωνσταντόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος.

Το "μεγάλο μας τσίρκο" είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό, και λόγω της μεγάλης προσέλευσης των θεατών οι παραστάσεις στο "Αθήναιον" χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων ως οι " μαζικότερες -- μέχρι το Πολυτεχνείο -- πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας". Σύντομα οι λογοκριτές της χούντας κατάλαβαν ότι το έργο δεν ήταν μια απλή κωμωδία αλλά περνούσε στον κόσμο αντιδικτατορικά μηνύματα και-αποφασίζωμεν και διατάσσωμεν- σταμάτησαν τις παραστάσεις. Οι πρωταγωνιστές του έργου συνελήφθησαν και η Τζένη Καρέζη κλείστηκε στη φυλακή για τρεις μήνες.. Το έργο ανεβαίνει ξανά από τον ίδιο θίασο μετά την πτώση της χούντας σε Αθήνα και επαρχία και γνωρίζει και πάλι τεράστια επιτυχία.

Το «Μεγάλο Μας Τσίρκο» ήταν μια παράσταση σταθμός στην ιστορία. Συνδύαζε καλλιτεχνική αρτιότητα, συναίσθημα, ταλέντο αλλά κυρίως πολιτική αφύπνιση. Το έργο και οι συντελεστές του στάθηκαν απέναντι στο τέρας της δικτατορίας χωρίς κανένα φόβο. Ο κόσμος και αυτός ατρόμητος στήριξε την παράσταση και κατάφερε να την έχει σαν όπλο για την ανατροπή της πανίσχυρης Χούντας. Χωρίς καμία υπερβολή το «Μεγάλο Μας Τσίρκο» συνέβαλε ουσιαστικά στη σπίθα που άναψε τη φλόγα της εξέγερσης. Αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά το πόσο μπορεί να επηρεάσει η τέχνη τις συνειδήσεις των ανθρώπων.

Η παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό και λόγω της μεγάλης προσέλευσης (περίπου 400 χιλιάδες εισιτήρια) οι παραστάσεις χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων οι μαζικότερες πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας μέχρι το Πολυτεχνείο. Η Χούντα σύντομα κατάλαβε ότι ενέκρινε ένα αντιστασιακό έργο και έβαλε στο στόχαστρο και πάλι την παράσταση. Συνέλαβαν την Τζένη Καρέζη και την άφησαν στην απομόνωση για ένα μήνα. Τον Νοέμβριο του 1973, όταν αποφυλακίστηκε η Καρέζη επέστρεψε στο θέατρο αποφασισμένη και συνέχισε την ίδια ακριβώς παράσταση που έμεινε στην ιστορία. Από «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» οι φοιτητές υιοθέτησαν συνθήματα που ακούγονταν στην παράσταση όπως «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ, ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ», τα οποία ακούστηκαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Οι Καρέζη, Καζάκος, και Ξυλούρης συμμετείχαν στην εξέγερση. Τρεις μέρες μετά στο σπίτι της Καρέζη και του Καζάκου φιλοξενούνται αρκετοί ηθοποιοί, όπου με κάθε μυστικότητα φτιάχνουν αντίγραφα της ραδιοφωνικής εκπομπής του Πολυτεχνείου. Οι χουντικοί καταφτάνουν στο χώρο και συλλαμβάνουν ξανά την Τζένη Καρέζη. Με την αποφυλάκιση της δεν το βάζει κάτω. Ξανανεβάζει, μαζί με τους υπόλοιπους την παράσταση. Η Χούντα όμως δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάθε βράδυ έστελνε στο θέατρο μυστικούς αστυνομικούς, οι οποίοι σημείωναν τις φράσεις με τις οποίες οι θεατές χειροκροτούσαν. Τότε άρχισε ο πόλεμος νεύρων εναντίον της Καρέζη και του Καζάκου. Μέρα παρά μέρα οδηγούνταν ενώπιον του στρατιωτικού ανακριτή, ο οποίος τους απειλούσε ότι θα τους στείλει για «διακοπές». Τελικά ο Καζάκος και η Καρέζη συλλαμβάνονται. Στη φυλακή δεν βασανίστηκαν σωματικά όσο ψυχικά.

Στις 15 του Δεκέμβρη η Καρέζη και Καζάκος αποφυλακίζονται. Στις 22 του ίδιου μήνα οι παραστάσεις ξαναρχίζουν. Στην πρεμιέρα οι αστυφύλακες βρίσκονταν στους διαδρόμους όρθιοι και κατασκοπεύουν το κοινό. Στο τέλος της παράστασης βροχή από λουλούδια έπεσε στην σκηνή. Συγκεκριμένα ήταν κόκκινα γαρύφαλλα τα οποία ο κόσμος είχε κρυμμένα. Όταν έπεσε η αυλαία η Καρέζη συγκινημένη ψιθύρισε «ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή εάν χρειαστεί».


Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια 
του ομιλούντος αγάλματος του Κολοκοτρώνη δια στόματος Διονύση Παπαγιανόπουλου προς τον Ρωμιό και το Ρωμιάκι:


«Για ακούτε, βρε τωρινοί Έλληνες, εμείς οι παλαιοί, όσο ζούσαμε, πολλά επικραθήκαμε και αδικηθήκαμε. Μην αφήνετε τους σπεκουλαδόρους να κάνουνε τους πεθαμένους πολεμιστές κάλπικη μονέδα για να σας πουλάν και να σας αγοράζουν. Κι αν θέτε στʼ αλήθεια να τιμήσετε εμάς τους παλιούς, μη μας τηράνε πλέον. Κάμετε τον δικό σας δρόμο, πάτε μπροστά και λησμονήστε μας! Μη σας λένε πως εμείς αγράμματοι, μʼ ένα ξεροκόμματο και με την πίστη στον Χριστό κάναμε θάματα! Πού ʼσαι, ορέ Καραϊσκάκη, να τα πεις καλύτερα! Εμείςεπολεμήσαμε για να ʼχετε σεις τα γράμματα και το ψωμί που δεν είχαμε και να μη χρειά¬ζεστε θάματα για να ζήσετε ζωή ανθρωπινή... Έι, Παπαφλέσσα, σήκω και έλα βοήθα. Αφήστε τον δικό μας αγώνα και κοιτάτε τον δικό σας... Οι πεθαμένοι με τα πεθαμένα και οι ζωντανοί με τα ζωντανά».

Τα τραγούδια μαζί με κάποια από τα συνοδευτικά νούμερα της παράστασης κυκλοφόρησαν σε βινύλιο το 1974, ενώ το 2003 έγινε επανέκδοση του δίσκου σε CD. Από το ένθετο του δίσκου παραθέτω τις αναμνήσεις του Ιάκωβου Καμπανέλη από τις πρώτες εκείνες παραστάσεις.





Το ηχητικό ντοκουμέντο αυτής της παράστασης θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ένα εναλλακτικό βιβλίο ιστορίας.Όλοι αυτοί οι Υπουργοί Παιδείας που παιδεύουν κατά καιρούς την παιδεία,τους εκπαιδευτικούς και τους …παίδες,αποφασίσουν να αποσύρουν τελικά το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ δημοτικού,και δεν τους βρίσκεται εύκαιρο άλλο βιβλίο,ας μοιράσουν στα σχολεία μερικά cd κι ας προτρέψουν τους δασκάλους να αναλύσουν το έργο και τα παιδιά να ανεβάσουν με τον τρόπο τους μια παράσταση βασισμένη στο “μεγάλο μας τσίρκο”.Έιναι βέβαιο ότι όσοι μαθητές ασχολήθηκαν με το ανέβασμα παρόμοιας παράστασης έμαθαν πολλά περισσότερα πράγματα για την ιστορία μέσα από το ανέβασμα της παράστασης απ΄ότι στο μάθημα της ιστορίας.





Το μεγάλο μας τσίρκο ( δίσκος @ 1974 )
Τίτλος τραγουδιούΣτιχουργόςΣυνθέτηςΜεταφράσεις
1 Γυαλίσαν τα κουμπιάΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
2 Και παν και πάνεΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
3 Καλήν εσπέραν αφεντάδεςΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
4 Ο άσωτοςΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
5 Ο μπροστάρηςΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
6 Ο ξεριζωμόςΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
7 ΠροσκύνημαΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος    
8 Τ΄ ΑνάπλιΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
9 Το μεγάλο μας τσίρκοΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
10 Το τραγούδι της γκιλοτίναςΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος  
11 Φίλοι κι αδέλφιαΙάκωβος ΚαμπανέλληςΣταύρος Ξαρχάκος



Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Η αθλιότητα της φιλανθρωπίας



Στη λέξη φιλανθρωπία υπάρχει μια βαθιά αντίφαση, στα όρια του οξύμωρου. Ο άνθρωπος είναι απλώς άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι φιλάνθρωπος. Όπως ο λύκος δεν μπορεί να είναι φιλόλυκος, ούτε η κότα φιλόκοτα και ο σκύλος φιλόσκυλος. Ο σκύλος, ναι, μπορεί να είναι φιλάνθρωπος, ως το κατεξοχήν κατοικίδιο που έχει μια σχεδόν αυτοκαταστροφική προσκόλληση στο είδος μας. Η κότα δεν θα μπορούσε να είναι ποτέ φιλάνθρωπη, αν είχε μια ελάχιστη επίγνωση του προορισμού της ως σούπας ή κοκκινιστής. Η γάτα, αν και εξίσου προσκολλημένη στον άνθρωπο και τα ενδιαιτήματά του, δεν είναι φιλάνθρωπη. Είναι απλώς φίλαυτη. Κι επειδή αγαπάει τον εαυτό της περισσότερο από οτιδήποτε άλλο- αν μπορεί να αποκληθεί αγάπη το ένστικτο αυτοσυντήρησης που έχει κάθε ον-, συμβιβάζεται με την αναγκαστική συνύπαρξή της με τον άνθρωπο. Είναι μια κατεξοχήν φιλόγατα που συνδέεται με μνημόνιο κατανόησης με τον άνθρωπο, αν υποθέσουμε ότι η βάση της συνύπαρξής της μ’ αυτόν είναι να πιάνει ποντίκια ή να προσφέρει το σώμα της στην ανθρώπινη ανάγκη για τρυφερότητα και χάδι.

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι φιλάνθρωπος. Μπορεί να είναι φιλόζωος ή ζωόφιλος – ας μην μπλέξουμε με την αυθεντική έννοια των δυο ταυτόσημων λέξεων, ποια σημαίνει την αγάπη για τη ζωή και ποια για τα ζώα. Φιλάνθρωπος μπορεί να είναι μόνον ο άνθρωπος που θεωρεί πως μόνος αυτός -άντε, και μερικοί ακόμη φίλοι, συγγενείς, άτομα της τάξης του, της αισθητικής του, της ιδεολογίας του- έχει ξεφύγει από την κατάσταση του ζώου και αντιμετωπίζει τους άλλους του είδους του ως ζώα, που έχουν την ανάγκη της φιλανθρωπίας του (ή της ζωοφιλίας του) και του οφείλουν ευγνωμοσύνη γι’ αυτήν.

Ακόμη κι αν αποδεχθεί κανείς τη χριστιανική αντίληψη της φιλανθρωπίας, πρέπει να εκκινήσει από τη βάση της, που είναι η φιλαυτία. «Αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν», λέει το ευαγγελικό πρόταγμα.

Αλλά αυτό προϋποθέτει, πρώτον, να αγαπάς τον εαυτό σου. Δεύτερον, να αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου σε μια κατάσταση ισότητας με τον πλησίον. Τρίτον, να νιώθεις ότι βρίσκεσαι σε μια ενότητα με τον πλησίον. Δηλαδή, να αντιλαμβάνεσαι την ανθρώπινη φύση σου, έτσι όπως την αντιλαμβανόταν ο Hobbes στον «Λεβιάθαν» του: «Η φύση έχει κάνει σε τέτοιο βαθμό τους ανθρώπους ίσους ως προς τις ικανότητες του σώματος και του νου, ώστε (…) η διαφορά των ανθρώπων δεν είναι τόσο αξιοσημείωτη που να μπορεί κανείς να αξιώνει για τον εαυτό του οποιοδήποτε ωφέλημα το οποίο κάποιος άλλος να μη μπορεί εξίσου καλά να το αξιώσει».

Η φιλανθρωπία είναι η άλλη όψη της έκπτωσης από τη φυσική κατάσταση ισότητας. Πριν γίνουμε «φιλάνθρωποι», έχουμε αποδεχθεί το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι είναι κατώτεροι από μας, έχουν χάσει ωφελήματα που για μας είναι αυτονόητα ή φυσικά: το σπίτι τους, μια πατρίδα, ένα αξιοπρεπές εισόδημα, μια δουλειά. Έχουμε, δηλαδή, αποδεχθεί μια αφύσικη κατάσταση ανισότητας. Στην οποία μπορεί και να έχουμε συμβάλει. Με την απληστία μας, την ανοχή μας ή τη σιωπή μας.

Σιχαίνομαι τη φιλανθρωπία. Έστω κι αν σπάνια αντιστέκομαι στον πειρασμό ν’ αγοράσω ένα πακέτο χαρτομάντιλα από τα φανάρια, να υποστώ το καθάρισμα του παρμπρίζ του αυτοκινήτου ή να δώσω στο αποστεωμένο «τζάνκι» το ευρώ με το οποίο υποτίθεται θα αγοράσει τυρόπιτα και δεν θα τσοντάρει για την επόμενη δόση του. Εξαγοράζω τις τύψεις μου για το γεγονός ότι εγώ ακόμη είμαι «εντός», όταν τόσοι άλλοι είναι «εκτός», όπως οι χριστιανοί με τον οβολό τους θαρρούν ότι διαγράφουν μια από τις αμαρτίες τους και κερδίζουν ένα μέτρο στον μαραθώνιο προς τον παράδεισο. Είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας. Διόλου αθώα και ανιδιοτελής, πρέπει να ομολογήσω.

Αλλά η οργανωμένη βιομηχανία φιλανθρωπίας, στην οποία συνωθούνται θύτες και θύματα, μου είναι απεχθής. Είναι μια κολοσσιαία απάτη. Ανοίγεις το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, την εφημερίδα κι είσαι μπροστά σε μια παρέλαση δημίων που περιθάλπουν τα θύματά τους λίγο πριν τα καρατομήσουν. Ή και έπειτα απ’ αυτό. Άλλος μαζεύει ρούχα, άλλος λεφτά, άλλος φάρμακα, άλλος τρόφιμα, αφού πρώτα έγδυσε, ξάφρισε, αρρώστησε και άφησε νηστικό τον αποδέκτη της αλληλεγγύης του. «Όλοι μαζί μπορούμε», «κανείς μόνος του στην κρίση». Γιατί δεν επεδείκνυαν προληπτικά την αλληλεγγύη τους, πριν η κρίση ξεβράσει τα θύματά της στο περιθώριο; Τι είπαν και τι έκαναν όταν περικόπτονταν οι μισθοί, όταν οι συντάξεις έπεφταν στα όρια της πείνας, όταν θερίζονταν τα προνοιακά επιδόματα, και μάλιστα με το ανάθεμα της επαίσχυντης εύνοιας σε «κηφήνες», όταν το ΕΣΥ και τα Ταμεία λεηλατούνταν, όταν η τρόικα πετσόκοβε το ανάπηρο κοινωνικό κράτος κι όταν η μνημονιακή ύφεση πλημμύριζε με λουκέτα και ανέργους τα οικονομικά ερείπια; Σε ποιο μέτρο κοινωνικής καταστροφής λένε «όχι» ακόμη και σήμερα οι πρωταθλητές της φιλανθρωπίας; Το αντίθετο ακριβώς συνέβη και συμβαίνει. Οι φανατικότεροι φιλάνθρωποι είναι οι κάτοχοι του μνημονιακού πρωταθλήματος. Αυτό θα μπορούσε λαϊκά να εκφραστεί και ως εξής: «Να σε κάψω, Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι». Ή «πρώτα μας χέζουν και μετά μας σκουπίζουν».

Σας ακούγεται χυδαίο; Όμως, δεν είναι πιο χυδαίο να απαιτούν την αναδιανομή της δυστυχίας των θυμάτων επειδή τους είναι αδιανόητη η αναδιανομή του πλούτου των θυτών; Δεν είναι πιο χυδαίο να απαιτούν να οικοδομηθεί στα ερείπια του κοινωνικού κράτους που οι ίδιοι κατεδάφισαν ένα εθελοντικό υποκατάστατό του; Δεν είναι πιο χυδαίο οι χρυσοδάκτυλοι της διαπλοκής και του πλιάτσικου στον κοινωνικό πλούτο να διαγκωνίζονται σε «μαραθώνιους της αλληλεγγύης»;

Η κοινωνία δεν χρειάζεται «ανιματέρ» του ανθρωπισμού, ούτε «σελέμπριτι» του πλούτου και της «γκλαμουριάς» για να αφυπνιστούν τα ανθρωπιστικά ανακλαστικά της. Χρειάζεται μηχανισμούς εξάλειψης της φτώχειας, της ανισότητας και της περιθωριοποίησης. Συζητάει κανείς γι’ αυτό; Όχι. Αλλά, όταν θεωρείται αδιανόητο να μείνει ανεξόφλητος ο ομολογιούχος -κατά κανόνα μέλος του πλουσιότερου 1% του παγκόσμιου πληθυσμού που ευθύνεται για την εξαθλίωση του φτωχότερου 30%- και αυτονόητο να «κουρευτεί» ο συνταξιούχος των 600 ευρώ, το αποτέλεσμα είναι θα είναι αυξάνονται επικίνδυνα οι επαίτες και αποδέκτες της φιλανθρωπίας. Κι είναι μάλλον απίθανο να εξαγοραστούν η επικινδυνότητα και η σιωπή τους με τα ψίχουλα της επαιτείας.

Αλλά η βιομηχανία της φιλανθρωπίας προτιμά ακριβώς αυτό: να καταστήσει τους ανθρώπους, ακόμη και τους φτωχότερους και δυστυχέστερους, συνενόχους της φτώχειας και της δυστυχίας τους. Να τους πείσει ότι οι αναξιοπαθούντες πλησίον τους είναι θύματα μιας «φυσικής ανισότητας», εξίσου ακατανίκητης με τις θεομηνίες ή τις φυσικές καταστροφές. Έτσι, δεν αγαπούν τον πλησίον τους ως σεαυτόν. Απλώς, τον οικτίρουν και τον απομακρύνουν σε απόσταση ασφαλείας. Τον αντιμετωπίζουν ως απειλή που πρέπει να εξευμενιστεί. Κατ’ ουσίαν τον μισούν γιατί υπάρχει, παρ’ ότι η εξαθλίωση του άλλου είναι προϋπόθεση της δικής τους -υπαρκτής ή φανταστικής- ευδαιμονίας, καθιστώντας τη φιλανθρωπία μια αυθεντική μισανθρωπία.

Να μια ακραία αλλά αυθεντική εκδοχή της μισάνθρωπης φιλανθρωπίας: ο Τζορτζ Σόρος, από τους πλουσιότερους και πιο αδίστακτους κερδοσκόπους στον κόσμο, άμεσα υπεύθυνος εκτεταμένων ανθρωπιστικών καταστροφών που προκάλεσε το παιχνίδι του με τα νομίσματα, τις μετοχές ή τα εμπορεύματα, είναι και «ιδιοκτήτης» ενός από τα μεγαλύτερα δίκτυα «φιλανθρωπίας» στον κόσμο. Αν κάθε χρόνο εκπονεί και κάποιου είδους ισολογισμό των αλληλοαναιρούμενων δράσεών του, με τη φιλοδοξία να ισοσκελίσει τα μεγέθη της καταστροφής και της σωτηρίας, υποθέτω ότι θα τρομάζει κι ο ίδιος με το τερατώδες έλλειμμα στο ισοζύγιο του οίκτου του.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

ΠΗΤΣΑΜΛαμβάνω την τιμή να συστηθώ: Ιερεμίας Ιωνάθαν Πήτσαμ, της Α. Ε. Πήτσαμ Κόμπανυ. Δουλειά της εταιρείας είναι να ξυπνά στους ανθρώπους τη λύπηση για τον άνθρωπο. Και το δηλώνω ξεκάθαρα… Η επιχείρηση πάει κατά διαόλου. Και σας το λέω εγώ, ο Ιερεμίας Πήτσαμ, που ελέγχω τα δύο τρίτα των ζητιάνων του Λονδίνου και κάτι ξέρω από ανθρώπινο οίκτο. Τι συγκινεί λοιπόν σήμερα τον άνθρωπο; Τίποτα. Γιατί και το πιο μαύρο χάλι, άντε και το συνηθίσει ο άλλος, δεν του λέει τίποτε. Κανένας δεν λυπάται κανέναν. Γίναμε αναίσθητοι και, μη σας κακοφανεί, γίναμε και γουρούνια. Βλέπεις στη γωνία έναν ωραίο γερό άνδρα με στρατιωτικό αμπέχονο και κομμένο το δεξί του χέρι, τρομάζεις, σαστίζεις, βγάζεις και του δίνεις τρία σελίνια. Τη δεύτερη φορά να σου πάλι ο κουλός στη γωνία του δρόμου, βγάζεις και του ακουμπάς δύο σελίνια. Άντε και βρεθεί ο κουλός μπροστά σου  για τρίτη φορά, σου τη δίνει και τον καρφώνεις στον μπασκίνα της γειτονιάς. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ταμπέλες (πιάνει από το ράφι μια ταμπέλα και τη δείχνει στο κοινό). ΕΣΥ ΕΧΕΙΣ, ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΧΩ. Ωραία κουβέντα, ωραία ταμπέλα, τι να την κάνεις που ξέφτισε σε δύο βδομάδες. Άλλη ταμπέλα: ΑΓΑΠΑ ΜΕ, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΣΥ. Καλό, ε; Δύσκολο να το πιάσεις, αλλά όμορφο. Δούλεψε πάνω από δύο μήνες, αλλά πάει κι αυτό, ξέφτισε… Τελειώνουνε κι οι όμορφες κουβέντες, τι νομίζεις; Ο κόσμος άλλαξε, θέλει καινούργια πράγματα.

Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Η όπερα της πεντάρας»